Τετάρτη, Ιουνίου 29, 2005

Πολιτισμός...


Γιατί μερικές φορές η αυστηρότητα παρεξηγείται;

Τρίτη, Ιουνίου 28, 2005

Λύκοι

Κάπου στα βάθη της ζούγκλας, ο Ταρζάν μαλώνει με τον υιο του. "Πατέρα" λέει ο πιτσιρικάς, "βαρέθηκα μαζί σου, πάω να παίξω με τα λιοντάρια". "Αποκλείεται", απαντάει ο πατέρας του "είναι νηστικά και θα σε φάνε..."
Περνάει λίγη ώρα και ο πιτσιρικάς επανέρχεται: "Πατέρα, δεν πάει άλλο, πάω να παίξω με τις τίγρεις". "Τι είναι αυτά που λες αγόρι μου; Εχουν να φάνε τρεις μέρες θα σε φάνε..."
Ο Ταρζάν τζούνιορ πέφτει σε μελαγχολία αλλά επιστρέφει με νέα πρόταση: "Πατέρα, το έχω ψάξει. Οι λύκοι έχουν φάει οκτώ λαγούς και πέντε ελάφια. Εχουν σκάσει από το φάι. Με αυτούς μπορώ να παίξω;". "Οχι" , απαντάει ο στοργικός πατέρας "Με αυτούς θα παίζει από του χρόνου ο Αρης..."

(Αφιερωμένο στον συγκάτοικο)

Παρασκευή, Ιουνίου 24, 2005

λαική σοφία...

Πρώτη. Δευτέρα. Τσιγάρο. Αναπτήρας; Μπινελίκι. Ο δρόμος της επιστροφής από την δουλειά είναι δύσκολο πράγμα. Συνήθως είσαι χαρούμενος γιατί μόλις τελείωσες. Οχι πάντα. Αν έχεις διαθέσει κάποιες (διψήφιες) ώρες από τη ζωή σου κάνοντας κάτι μη παραγωγικό η ψυχολογία σου μοιάζει με αυτή επαρχιώτη βουλευτή της ΝΔ στην πρεμιέρα του σε TV window λίγο πριν αντιμετωπίσει την Λιάνα Κανέλλη και τον Ευάγγελο Βενιζέλο. Ράκος. Αν μάλιστα έχεις μια ροπή προς την γκρίνια όλα μοιάζουν αρνητικά. Το αυτοκίνητο τρίζει, θέλει πάλι συνεργείο. Το συνεργείο θέλει λεφτά. Το τσιγάρο θέλει αναπτήρα και εσύ δεν έχεις. Εσύ θέλεις καλά τραγούδια και το ραδιόφωνο δεν σου δίνει. Η 19χρονη επίδοξη μοντέλα σου θυμίζει τι χάνεις κλεισμένος σε 4 τοίχους κάθε μέρα. Η κατάσταση γενικώς θέλει υπομονή και εσύ δεν την έχεις.
Οι σκέψεις ποικίλουν. Να πάω για κανένα ποτό να πνίξω τις αμφιβολίες μου σε θολά νερά; Να παω να κλειστώ σπίτι μου να πνίξω τις αμφιβολίες μου νακρωμένος από τις βλακείες της τηλεόρασης; Να χιμήξω στην πιτσιρίκα; Καλύτερα ας αγοράσω έναν αναπτήρα.
Υποθέτω πως οι συγκροτημενοι άνθρωποι βάζουν την σκέψη τους σε μια σειρά. Η κυρία Μ., δασκάλα μου στο δημοτικό δεν ήταν ακριβώς εμνευσμένη παιδαγωγός. Είχε όμως την στοιχειώδη κρίση να διαβλέψει πως «εκεί μέσα γίνεται πανικός». Σωστή.
Κάπως έτσι λοιπόν, μια συνηθισμένη επιστροφή από την δουλειά μου έχει γίνει δυσεπίλυτο πρόβλημα. Χωρίς προορισμός, χωρίς όρεξη, με γκρίνια , με αμφιβολίες προσπαθώ να βρω την χαμένη (εδώ και 25 χρόνια) τάξη. Η ώρα είναι περασμένη, αλλά στην οδό Μ. η κίνηση μοιάζει εφιαλτική. Εχω θητεύσει αρκετά χρόνια στα γήπεδα και το υβρεολόγιο μου είναι καλά εξοπλισμένο. Βγάζω από την φαρέτρα μου τις πιο ξαλαφρωτικές βρισιές και αρχίζω έναν μονόλογο που θα έκανε και τον συγχωρεμένο τον Γιαννόπουλο να ζηλέψει. Οι επικλήσεις μου στα Θεία εισακούονται και σύντομα η κίνηση αρχίσει και εξασθενεί. Και μαζί της και εγώ...
Μόλις καταλαβαίνω πως ο λόγος της καθυστέρησης δεν είναι οι «βλάχοι που μαζεύτηκαν στην Αθήνα», ούτε «τα λαμόγια οι πολιτικοί που τρώνε τα λεφτά» , αλλά απλά ένας τύπος στην ηλικία μου που κείτεται στο έδαφος, πλάι σε ενα μηχανάκι που κάποτε ήταν καινούριο και τώρα είναι απλά αφύσικα στραβό, ξεροκαταπίνω. Η οργή μου γίνεται ντροπή. Η ντροπή θλίψη. Η θλίψη θεριεύει. Ο τύπος δεν ξέρω αν την έβγαλε καθαρή. Μπήκε στο ασθενοφόρο αναίσθητος. Ηταν στην ηλικία μου. Μπορεί να ήταν σαν και εμένα. Εγωιστής, γκρινιάρης, μίζερος. Εκείνη την στιγμή , λίγο πριν τα φώτα σβήσουν, μπορεί να είχε στο μυαλό του την αυτοκαταστροφική του φύση. Να είχε μαλώσει με την γκόμενα. Να ήθελε περισσότερα λεφτά. Να σκεφτόταν το χαμένο πρωτάθλημα της ΑΕΚ. Να, να,. Να...
Η κυρία Μ. η δασκάλα μου στο δημοτικό ήταν λαϊκιά γυναίκα. Μάλλον το ήξερε, αλλά δεν μας το έλεγε για να προστετεύσει τα αθώα αυτάκια μας. Είναι μακάβριο, αλλά είναι αλήθεια. «Αν πηγαίνεις σε μια κηδεία το εξάμηνο, μόνο τότε εκτιμάς την ζωή». Δεν το συστήνω. Είναι μακάβριο. Απλά το σημειώνω. Φίλε να είσαι καλά. Δεν χρειαζόταν να στραπατσαριστείς για να με κάνεις να σκεφτώ. Απλά, όλοι θέλουμε ενα ταρακούνημα...